ΙΕΚ= Ιδρυμα Επαγγελματικής Κατάρτισης… Στην εποχή μου τα διάφορα ΙΕΚ ήταν αυτοχρηματοδοτούμενα, αυτοδημιούργητα, οι ανθρώποι έτρεχαν να βρουν εκπαιδευτές να μάθουν ε στα κοπέλια ντως την τέχνη που θα τως εξασφάλιζε τα προς το ζην…
-Εκόντευα να τελειώσω το δημοτικό, και ο κύρης μου το χενε αμέντες είντα δουλειά θελα κάμω… Καλά-κακά είχαμενε ξεπεινάσει μετακατοχικά, μα εγροίκας τσ΄αθρώπους (τσοι πιά γέρους είν΄ αλήθεια), απούχανε οι κακομοίρηδες με ένα όπλο και τρύπια άρβυλα σπρώξει την Ελλάδα από τη Λάρισα μέχρι το Σαγκάριο, από το 1912 μέχρι το 1922: «ανε γυρίσει κεινένας πόλεμος»… ή «ανεγυρίσει κειαμιά κατοχή»… Συντηρητικός το λοιπός ο κύρης μου και μετρημένος, ελογάργιαζε να μου παρει μιαν αελιά, να συζέψωμενε με κεινα νάλλονε χωργιανό, να κάνωμε ζευγάρι και να οργώνομε τα χωράφια, δικά μας και ξένα… Επαράπε ντο ο κύσης μου, και σαν τάκουσε η θειά μου η Ελένη η Κοκάκαινα (Φραγκιουδάκη Ελένη, συζ Στυλ Κανακαράκη) , θεός συχωρέσει τηνε, γυρίζει και κάνει ντου: Είντα λογάται μπρε ξάδερφε απου θα ξεκόψεις το κοπέλι από τα γράμματα… Αφού καλά τα πάει, πέψε το και στο Γυμνάσιο… Ετσά, τα ΙΕΚ τσ΄εποχής μου έχασαν ένα μαθητή… Θα με ρωτήσετε βέβαια , ποιός έχασε τελικά: η επιστήμη, η αγροτιά, ή η κοινωνία, θα σας γελάσω…
-Είχαμενε πιάσει την κουβέντα αλλότες με ένα καλό κατωμεσαρίτη από το Κουσέ, και Πετροκεφαλιανό γαμπρό: το Θωμά το Μαραγκάκη. Μου διηγιότανε το λοιπός τσοι πρώτες επαγγελματικές του ανησυχίες: Ο κύρης του, φιλότιμος έμπορος, εφαλίρισε την κατοχή, κατά πως έπρεπε, μιάς και οι άλλοι (.. . οι πετυχημένοι) ,εκμεταλευόμενοι την πείνα των ανθρώπων επλούτιζαν… Είπρεπε το λοιπός ο Θωμάς, πιτσιρικάς τότε, να μάθει μιά τέχνη στα ΙΕΚ τσ’ εποχής: Αποφάσισε το λοιπός να θητεύσει δίπλα στο Σωτήρη το Σωμαρά απ΄από το Κουσέ, είτανε και χωργιανός του…. Πραγματικά ο Σωτήρης είχενε κάνει σωμαράδικο το Φαρμακείο του Μπορνόβα, δίπλα από τσαγκάρικο του Νικόλαου του Σταμάτη…. στο Πετροκεφάλι Ήμαθε το λοιπός ο Θωμάς την τέχνη, και όχι μόνο αυτό, μα επήγε και για … μάστερ τσ΄εποχής εκείνης σε ένα Μοιριανό σωμαρά, μαθαίνοντας να φτιάχνει και σέλες αλόγων. Έλα όμως που μαζύ με τάλλα απούμαθε στο Πετροκεφάλι είτανε, λόγω και της ηλικίας, ερωτικά και τα συναφή, οπότε η Γιαννούλα του Βάτση, (γυναίκα του στη συνέχεια) του έδωσε τον τελικό επαγγελματικό προσανατολισμό….
-Θα μου πεις εδά πώς μούρθε και θυμούμαι τα παλιά… Άμα ξανοίξετε τη φωτογραφία παρακάτω , με την αυλόπορτα του Καναβού, και τη διπλανή πόρτα, λίγο πιό δεξά, θα καταλάβετε, τουλάχιστον οι πιό παλιοί… Τη φωτοφραφία μου την έπεψε ο εγγονός του Καναβού του δασκάλου ο κ. Κωστας Κουγιουμτζόγλου. Την είχενε τραβήξει ο Γιώργος ο Σπυριδάκης περί το 1965-70, λίγο πριν το αγοράσει ο Σωτήρης του Βατση (Σωτήρης Γεωργίου Χαριτάκης) και το κάνει καφενείο και σπιτι, (όπως ήταν μέχρι το 2010)… Χαζεύοντας λοιπόν τη φωτο από την είσοδο ακριβώς του πάρκου και κοιτάζοντας προς βορά, βλέπουμε μια παραδοσιακή αυλόπορτα του 1930-40, αλλά ανθρώπων πούχανε τον τρόπο τους, με ωραία πελέκια, καμάρες ψηλούς μαντρότοιχους κλπ. Στη φωτο φαίνεται εγκαταλελειμένη είσοδος, και με ξυλωμένη την πόρτα… Ακριβώς δεξια στη μικρή πορτούλα στεγαζόταν το αλμπάτικο του Σαββογιώργη, ή του Αλμπατογιώργη, ή του πεταλωτή, (του Γεωργίου Μαρκάκη). Βέβαια, ο δρόμος με τα χρόνια μπαζώθηκε και υπερυψώθηκε, στα παιδικά μου χρόνια ήταν 30-50 εκατοστά πιό χαμηλός… Από την πόρτα του πεταλωτηρίου έλβεπε κανείς, κοιτάζοντας προς τον νοτιά , το σημερινό πάρκο, που όμως στα χρόνια του 1950-60 το ονόμαζαν κολύμπα…. Και βέβαια στα χρόνια αυτά δεν είταν κολύμπα, είταν απλά μια αλάνα-γήπεδο, από όπου πρωτομάθαμε για τον Ξωπατέρα, μιάς και η ποδοσφαιρική ομάδα του ΠΕΤΡΟΚΕΦΑΛΙΟΥ ΕΙΧΕΝΕ ΤΟ ΟΜΟΜΑ ΤΟΥ ΤΟΠΙΚΟΥ ΗΡΩΑ. Παίχτες της , από όσο θυμάμαι, ήταν ο Γιώργος και ο Μιχάλης της Φιλιώς, ο Μανώλης και ο Αλέκος του Λιλή, ο Μανώλης τ΄Αραπαντώνη και άλλοι… Προφανώς κάποτε πρέπει το πάρκο νάτανε πιό βαθύ και λιμινιάζανε τα νερά, από όπου και το όνομα κολύμπα….
Αλλό ένα λοιπόν σημείο επαγγελματικής κατάρτισης= ΙΕΚ, στο Πετροκεφάλι, όπου έμελλε να εκλείψει … Όμως τα χρόνια του 1950-1955, η παντός είδους μηχανές εσωτερικής καύσης δεν υπήρχαν… Μόνο μιά πετρελαιοκίνητη μηχανή άντλησης νερού του Μιχελινάκη του γιατρού, μας έδιδε την ιδέα της επονομαζόμενης και με δέος επικαλούμενης «ξένης δύναμης», κατά πως έλεγε ο κύρης μου, με δέος και θαυμασμό, για το άγνωστο και ακατανόητο, πλην αποτελεσματικό και τελέσφορο στα φυσικά εμπόδια που οι απλοί άνθρωποι προσπαθούσαν καθημερινά να ξεπεράσουν…
Παρέλαυναν λοιπόν καθημερινά από το πεταλωτήριο του Αλμπατογιώργη οι διάφοροι από τα γύρο χωργιά, απούπρεπε να πεταλώσουνε τα άλογα, μουλάργια ή και γαιδούργια τους, ώστε να αντέχουν στις κακοτράχαλες διαδρομές, χωρίς να πληγιάζουν οι οπλές τους. Στη δεκαετία του 1970, μιά ραγδαία αλλαλγή συνηθειών και μέσων μετακίνησης και μεταφοράς άλλαξε το τοπίο, αφίνοντας μόνο πινελιές ανάμνησης στα βιώματα των πιό παλιών, μιάς εποχής που έφυγε, και που η μόνη ευτυχία στην αναπόληση της είναι, πως τη βλέπαμε με τα μάτια ενός παιδιού, την ζούσαμε με την ανεμελιά ενός παιδιού, και που όλη της η δυσκολία και η όποια συμπόνοια για τις αντικειμενικά δυσκολες καταστάσεις που βιώναμε, τις ωραιοποιεί στα μάτια μας η ύπαρξη ενός πατέρα και μάνας -προστάτη, που σίγουρα έκανε και κάνει πάντα την υπέρβαση της κάθε δυσκολίας…
ΑΥΛΟΠΟΡΤΑ ΤΟ ΚΑΝΑΒΟΥ 1960 ΠΕΤΑΛΩΤΗΡΙΟ ΔΕΞΙΑ
37.988079
23.846471